Οι πολλές ομοιότητες που έχει το DNA του Χοίρου και του Ανθρώπου
Νέες απρόσμενες -και δυνητικά επωφελείς από ιατρικής πλευράς- ομοιότητες ανάμεσα στον χοίρο και τον άνθρωπο, αλλά και μερικές χαρακτηριστικές διαφορές, αποκαλύπτει η ανάγνωση του γονιδιώματος του χοίρου.
Πρόκειται για την πιο ενδελεχή γενετική ανάλυση που έχει γίνει μέχρι σήμερα πάνω στο DNA τόσο του εξημερωμένου χοίρου, όσο και του αγριόχοιρου, και η οποία αναμένεται να βοηθήσει εξίσου τους αγρότες-κτηνοτρόφους και τους γιατρούς-ερευνητές.
Οι ερευνητές της Διεθνούς Κοινοπραξίας Ανάγνωσης του Γονιδιώματος του Χοίρου, με επικεφαλής επιστήμονες από τα πανεπιστήμια του Ιλινόις (ΗΠΑ), του Εδιμβούργου (Σκοτία) και του Βαγκενίγκεν (Ολλανδία), έκαναν τις σχετικές δημοσιεύσεις στο Nature.
Ο χοίρος είναι ένα από τα πρώτα ζώα που εξημερώθηκαν στην ιστορία και μια από τις κυριότερες σήμερα πηγές κατανάλωσης κρέατος παγκοσμίως.
Η ανάγνωση του γονιδιώματος θα συμβάλει στην καλύτερη αξιοποίησή των χοίρων στη βιοϊατρική έρευνα και, τελικά, στην ανθρώπινη υγεία (φάρμακα και μοσχεύματα από χοίρους, μελέτη των ανθρωπίνων ασθενειών σε χοίρους κ.α.), λόγω των ομοιοτήτων μεταξύ ανθρώπων και χοίρων στην ανατομία, τη φυσιολογία και τα γονίδια.
Για παράδειγμα, αρκετά όργανα των χοίρων (π.χ. καρδιά και ήπαρ) έχουν περίπου το ανθρώπινο μέγεθος και σχήμα και οι επιστήμονες ελπίζουν ότι θα δημιουργήσουν διαγονιδιακά (μεταλλαγμένα) ζώα, που θα έχουν τα κατάλληλα γονίδια, έτσι ώστε να εξαπατούν το ανοσοποιητικό σύστημα των ανθρώπων-ληπτών, προκειμένου τα μοσχεύματα από χοίρους να μην απορρίπτονται από τον οργανισμό.
Τα νέα στοιχεία θα συμβάλλουν ακόμα στην κατανόηση των γενετικών μηχανισμών που θα επιτρέψουν την παραγωγή χοιρινού κρέατος καλύτερης ποιότητας και μεγαλύτερης αποδοτικότητας, καθώς και στην καταπολέμηση των ασθενειών που πλήττουν τις χοιροτροφικές μονάδες. Αυτό θα επιτευχθεί κυρίως μέσω της αξιοποίησης στα εκτρεφόμενα ζώα των γονιδίων από τα άγρια «ξαδέλφια» τους, τα οποία έχουν ακόμα σημαντική γενετική ποικιλομορφία.
Οι ερευνητές συνέκριναν το γονιδίωμα ενός κοινού χοίρου (Sus scrofa domesticus), με δέκα αγριόχοιρους από διάφορα μέρη της Ευρώπης και της Ασίας. Επίσης συνέκριναν το γονιδίωμα του χοίρου με εκείνα των ανθρώπων, των ποντικών, των σκύλων, των αλόγων και των αγελάδων.
Η γενετική ανάλυση δείχνει ότι οι πρώτοι εξημερωμένοι χοίροι εμφανίστηκαν ταυτόχρονα τόσο στη Νοτιοανατολική Ασία όσο και στην Ευρώπη. Εξάλλου, η σύγκριση των ευρωπαϊκών και των ασιατικών αγριόχοιρων αποκάλυψε σημαντικές γενετικές διαφορές μεταξύ τους, που δικαιολογούνται μετά το διαχωρισμό τους πριν από περίπου 1 εκατ. χρόνια. Αντίστοιχα, η σύγκριση των εξημερωμένων χοίρων αποκάλυψε διαφορές μεταξύ των ασιατικών και των ευρωπαϊκών ζώων.
Σε σχέση με τους ανθρώπους, οι χοίροι έχουν -λόγω αφθονίας των σχετικών γονιδίων- πολύ καλύτερη όσφρηση (καλύτερη και από τους σκύλους), αλλά χειρότερη αίσθηση γεύσης, καθώς τους λείπουν τα ανάλογα γονίδια (τρώνε τόσο αλμυρές τροφές που οι άνθρωποι θα έβρισκαν ανυπόφορες, ενώ δεν γεύονται καλά τα πικρά και τα γλυκά πράγματα).
Σύμφωνα με τους ερευνητές, είναι πιθανό ότι η ικανότητα των χοίρων να τρώνε τόσα πράγματα που δεν αντέχουν οι άνθρωποι, βοήθησε στην αρχική εξημέρωσή τους.
Από την άλλη, υπάρχουν ομοιότητες χρήσιμες από ιατρική άποψη για τους ανθρώπους, π.χ. στις πρωτεΐνες του οργανισμού τους, ενώ εντοπίστηκαν 112 γονίδια των χοίρων που φαίνονται παρόμοια με αυτά που εμπλέκονται σε ανθρώπινες ασθένειες και διαταραχές (παχυσαρκία, διαβήτης, δυσλεξία, Πάρκινσον, Αλτσχάιμερ κ.α.).
Μια δεύτερη γενετική ανάλυση του χοίρου δημοσίευσαν Κινέζοι επιστήμονες στο GigaScience, που αφορά ιδίως έναν μικρόσωμο χοίρο (της ποικιλίας Wuzhishan), ο οποίος χρησιμοποιείται συχνά στη βιοϊατρική έρευνα διεθνώς.
Comments
Post a Comment